Κυριακή 21 Απριλίου 2013

Ποιοι ήσαν οι «πρωτεργάτες» της … ονοφαγίας και ιπποφαγίας στην σύγχρονη Ελλάδα;


Διαβάστε ένα σπαρταριστό χιουμοριστικό επεισόδιο, το οποίο συνέβη στην κωμόπολη Κάτω Κλειτορίας Καλαβρύτων με πρωτεργάτες δύο αγροτικούς γιατρούς της εποχής εκείνης, όπως οι κκ Γεώργιος Καρατζάς και Βασίλειος Βλαγκόπουλος!..
Το 1970 δύο διακεκριμένοι επιστήμονες της επαρχίας Καλαβρύτων, οι κκ Γεώργιος Καρατζάς, Κτηνίατρος, και Βασίλειος Βλαγκόπουλος, Αγροτικός ιατρός, απεφάσισαν να προωθήσουν την ιδέα της ιπποφαγίας και της ονοφαγίας, με κίνδυνο μάλιστα να λυντσαριστούν από τους κατοίκους της περιοχής Κάτω Κλειτορίας, όπου υπηρετούσαν, δεδομένου ότι το θέμα αυτό ήταν πέρα από τα συνηθισμένα ήθη και κατά κάποιον τρόπο … αποκρουστικό!
Από χειρόγραφο, που μου έστειλε ο ίδιος ο κ Γ. Καρατζάς την 31η Ιουλίου 2008, διαβάζουμε για το (κωμικοτραγικό, όπως εξελίχθηκε) επεισόδιο της ονοφαγίας, που έχει ως εξής:

Η ιδιόχειρη επιστολή του κ Γεωργίου Καρατζά, Κτηνιάτρου, τ. Ερευνητή του ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε., η οποία φέρει ημερομηνία 31 Ιουλίου 2008 και η οποία επιβεβαιώνει στον γράφοντα το γεγονός της ονοφαγίας.
«Χειμώνας 1970. Υπηρετούσα τότε στο Αγροτικό Κτηνιατρείο της Κάτω Κλειτορίας (Μαζέϊκα) Καλαβρύτων. Ήταν Κυριακή μεσημέρι και στο παντοπωλείο του Σκούπα, στην πλατεία του χωριού, συζητούσαμε με τον φίλο αγροτικό γιατρό του χωριού, Βασίλειο Βλαγκόπουλο, κουτσοπίνοντας. Η συζήτηση ήρθε στην ιπποφαγία. Του είπα ότι το κρέας τού γαϊδάρου είναι πιο νόστιμο απ’ αυτό του ίππου. Συμφωνήσαμε ότι αν ευρίσκαμε κανέναν (γάϊδαρο) να τον αγοράσουμε, να τον σφάξουμε και να τρώγαμε. Δίπλα μας, ένας από τα Καστριά, πετάχτηκε και μας έκανε την πρόταση να μας πουλήσει έναν, δύο ετών, που είχε. Δεχθήκαμε. Μάλιστα του δώσαμε και το αντίτιμο εκείνη την στιγμή, λέγοντάς του να μας τον φέρει την Τετάρτη.
Την επομένη Δευτέρα, αναρτήσαμε πλακάτ στην πλατεία του χωριού, το οποίο έλεγε ότι διοργανώνεται συμπόσιο ονοφαγίας και το κρέας θα διατεθεί δωρεάν σ’ αυτούς που θα λάβουν μέρος και θα θελήσουν να φάνε. Βρέθηκαν μάλιστα και μερικοί κάτοικοι του χωριού, οι οποίοι ήσαν διατεθειμένοι να βοηθήσουν σ’ όλη την οργάνωση. Υπήρξαν όμως και αντιδράσεις από μια μερίδα κατοίκων του χωριού. Μάλιστα, αυτοί που είχαν το θάρρος, μας πλησίασαν και μας προειδοποίησαν, ότι το εγχείρημά μας εγκυμονεί κινδύνους.
Οι χασάπηδες μού είπαν: «Γιατρέ, καταλαβαίνεις την θέση μας, αλλά δεν θα μπορέσουμε να σφάξουμε τον γάϊδαρο, αλλά ούτε και μαχαίρια θα σου δώσουμε».
Ο Κουτσούμπας, στο μαγαζί του οποίου θα γινόταν η ονοφαγία, μάς διαμήνυσε ότι δεν θα μας δώσει ούτε μαχαίρια, πηρούνια, ποτήρια κλπ. Μόνο τα τραπέζια, χωρίς τραπεζομάντηλο, καρέκλες και τις μπύρες στο χέρι με το μπουκάλι. Ο παπάς με φώναξε και μου είπε ότι η θρησκεία μας το απαγορεύει, είναι αμαρτία, και οι αμαρτίες των άλλων θα φορτωθούν σε μας, που τους παρασύραμε».
Την Τετάρτη δεν φάνηκε ο γάϊδαρος. Πήραμε τηλέφωνο και μας είπε ο ιδιοκτήτης του, ότι τον βρήκε ο …… , ένας από την Κλειτορία, κατά τα άλλα αξιοσέβαστο πρόσωπο, και του είπε ότι ο κτηνίατρος και ο γιατρός δεν χρειάζονται τον γάϊδαρό του. Μετάνοιωσαν. Του είπαμε ότι αυτά δεν ευσταθούν και την Πέμπτη ή την Παρασκευή να μας τον φέρει, διότι έχει πληρωθεί. Τον έφερε την Παρασκευή το μεσημέρι. Τον δέσαμε στο Κτηνιατρείο.
Το απόγευμα, όλο το χωριό έκοβε βόλτες έξω από το Κτηνιατρείο. Το λεωφορείο που ερχόταν από τα Καλάβρυτα, δυσκολευόταν να περάσει από τον κόσμο και σταμάτησε. Ο οδηγός ρώτησε μ’ απορία:
-- Τι γίνεται εδώ και μαζωχτήκατε τόσοι πολλοί;
-- Ήρθαμε να δούμε τον γαϊδαράκο.
-- Καλά, πρώτη φορά βλέπετε (γάϊδαρο);
-- Όχι. Αλλά αυτόν τον καημένο θα τον φάνε.
Σάββατο τον σφάξαμε, εμείς οι ίδιοι, στα σφαγεία. Τα δύο μπούτια τα ξεψαχνίσαμε, τα τυλίξαμε σε λαδόκολλα και κάναμε δύο “γιούλμπασι”. Την επομένη το πρωί, την Κυριακή, στείλαμε από ένα στους δύο φούρνους του χωριού για να ψηθούν. Στην εκκλησία, κατά την λειτουργία, ο παπάς έβγαλε ένα λογίδριο με το οποίο καταφέρθηκε εναντίον της ενέργειάς μας αυτής.
Έφθασε εν τέλει η μεγάλη ώρα. Κυριακή (18-1-70) βράδυ. Στήθηκε ένα μακρύ τραπέζι στη μέση του καφενείου του Κουτσούμπα, σκεπασμένο με λαδόκολλες. Ήταν το τραπέζι των ονοφάγων, όπου κάθισαν κάμποσοι άνθρωποι. Είχαμε μεγάλη προσέλευση κυρίως από μετανάστες της Γερμανίας και Αυστραλίας, που βρίσκονταν εκείνη την εποχή στα χωριά τους. Το καφενείο ήταν γεμάτο από περίεργους. Απ’ έξω πλήθος ανθρώπων περίμεναν να δούνε αν πραγματικά θα φάμε.
Εγώ ήμουν επικεφαλής του τραπεζιού έχοντας μπροστά μου το ένα γιούλμπασι. Το άνοιξα, πήρα ένα κομμάτι κρέας με το χέρι και έφαγα. Ακολούθησαν κι άλλοι. Με τα χέρια το κρέας, με το μπουκάλι την μπύρα και μ’ ένα κέφι όμως, που ξεσήκωσε τον κόσμο. Ο χορός και τα χωρατά, όχι μόνον μεταξύ των ονοφάγων, αλλά και των άλλων, πήγαινανν σύννεφο. Κόντεψε στην κυριολεξία να το ξημερώσουμε. Όσο για το κρέας φαγώθηκε όλο εκτός από ένα μικρό κομμάτι, το οποίο το πήραν μαζί τους κάποιοι από τους ονοφάγους των Καστριών. Την επομένη ημέρα το μεσημέρι το πρόσφεραν για μεζέ στο καφενείο των Καλυβίων των Καστριών, όπου το θέμα της ονοφαγίας ήταν το κύριο θέμα συζήτησης. Το βρήκαν πάρα πολύ νόστιμο και όταν έμαθαν τι ήταν δεν αντέδρασαν.
Έτσι τέλειωσε το συμπόσιο της ονοφαγίας το οποίο, όμως, είχε και πολλά παρατράγουδα. Για κανένα μήνα έπεσε κατακόρυφα η κατανάλωση κρέατος. Από τα φαγητά που πήγαν στο φούρνο για ψήσιμο και έγινε γνωστό ότι κεί ψήθηκε και ο γάϊδαρος, τα περισσότερα τα πέταξαν. Οι άνδρες του χωριού, που έλαβαν μέρος, είχαν για κάμποσο καιρό πρόβλημα κρεβατιού με τις γυναίκες τους. Αλλά αυτό που ήταν άνω ποταμών, που λένε, ήταν ότι πήγαν να μας υποβάλλουν μήνυση, Μάλιστα, μήνυση. Όταν ο διοικητής του Αστυνομικού Τμήματος Κλειτορίας, ο οποίος ήταν συγχρόνως και απόφοιτος της νομικής σχολής, υπομοίραρχος Χρήστος Μακρυδάκης, τους άκουσε, τους είπε ότι η μήνυση δεν ευσταθεί, διότι κανέναν δεν ξεγέλασαν και όλα έγιναν φανερά. Ήξεραν τι έτρωγαν. Έφυγαν και πήγαν στον εισαγγελέα Καλαβρύτων, ο οποίος τους είπε τα ίδια….».
Το θέμα αυτό πήρε μεγάλες διαστάσεις από τον τοπικό Τύπο της επαρχίας Καλαβρύτων, ενώ το θέμα της ιπποφαγίας έλαβε χώρα και το Φθινόπωρο του 1973 με πρωταγωνιστή τον ίδιο τον κ Γεώργιο Καρατζά, όπου υπηρετούσε στο Αγροτικό Κτηνιατρείο Χανίων κλπ.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, όπως λέει ο παραπάνω επιστήμων, ο Έλληνας, σε αντίθεση με άλλους λαούς της Ευρώπης, δεν αρέσκεται να τρώει το κρέας των μονόπλων, όπως είναι του ίππου, του όνου ή του ημιόνου (μουλαριού). Δεν απαγορεύεται. Μάλιστα υπάρχει και νομοθεσία «περί σφαγής, κρεοσκοπίας και διακίνησης του κρέατος των μονόπλων». Απλώς, η θρησκείας μας –κατά τον κ Γεώργιο Καρατζά- κάνει μια υπέρβαση στην κατανάλωση κρέατος μονόπλων, συμβουλεύοντάς μας να μην τρώμε, στηριζόμενη σε μία ρήση του Μωϋσή, προς του Ισραηλίτες, να αποφεύγουν να τρώνε ζώα, που έχουν μία οπλή, και να τρώνε αυτά που έχουν δύο οπλές (113). (*)
------------
(*) Από το βιβλίο μας: "Ο Άγνωστος Πατροκοσμάς".

Άγγελος Σακκέτος

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου